Γράφει ο Ιωάννης Κυράπογλου

Άνθρωποι απογοητευμένοι, των οποίων η ζωή δεν έχει καν ξεκινήσει ακόμη. Άτομα που έχουν ζήσει τόσα πολλά μα νιώθουν να τους έχουν αρπάξει την ελπίδα, τα όνειρα και τις προσδοκίες μέσα από τα χέρια, με τρόπο βίαιο. Στις πιο παραγωγικές τους ηλικίες, με πνεύμα γερό και σώμα δυνατότερο. Κι όμως, το ξέρεις, κοιτάς μέσα στα μάτια σου και καταλαβαίνεις πως τους ρούφηξαν την τρέλα, την ορμή να στοχεύσουν προς τα άστρα, τη δύναμη για να πάνε όπου δεν πήγε ποτέ κανένας άλλος.

Κι όμως, είναι η γενιά των πιο εκπαιδευμένων, των πιο καταρτισμένων, των πιο μπολιασμένων και συνηθισμένων στην ακαδημαϊκή εκπαίδευση ανθρώπων. Αυτοί που χωθήκανε στη θεωρία πιο νωρίς από κανέναν άλλον, αυτοί που έζησαν τον ανταγωνισμό από μικροί και γράφανε Πανελλήνιες με το μυαλό στο να γράψουν για να περάσουν κάπου που μετέπειτα θα συντηρηθούν: ζήσανε την Ελλάδα στην εποχή των παχιών αγελάδων ως μικρά παιδιά κι έπειτα, εν μία νυκτί, μάθανε πως στα 18 θα πρέπει να μη δράσουν με σύμβουλο το τι τους αρέσει και τι ποθούν, αλλά με το τι είναι πρακτικό. Κι έτσι, γίνανε πρακτικιστές και ρεαλιστές από νωρίς.

Μπήκαν νωρίς στην αγορά εργασίας. Μάθανε νωρίς πως στην Ελλάδα δεν δουλεύεις για τίποτα άλλο παρά για την επιβίωση: οτιδήποτε παραπάνω θα ήταν άλλωστε προκλητικό αν αναλογιστεί κανείς τη ζωή που κάνουν οι περισσότεροι συνομήλικοί τους. ‘Έγιναν νωρίς υπεύθυνοι, σκλήρυναν νωρίς, ωρίμασαν νωρίς. Όλοι και όλα τους έσπρωξαν να κάνουν τα πάντα νωρίς.

Κι έτσι τώρα είναι νωρίς όλοι αγχωμένοι

Νωρίς καταπιεσμένοι. Νωρίς καταθλιπτικοί, νωρίς αδειασμένοι. Νωρίς δίχως δύναμη να ψάξουν τον αληθινό έρωτα, χωρίς κουράγιο να πιστέψουν στα θαύματα. Περνάνε την κρίση της μέσης ηλικίας και είναι μονάχα 25. Έτσι όπως γίνανε υπεύθυνοι κι ώριμοι, γέρασαν πριν από την ώρα τους. Μονάχα θα τους ακούσεις, με τα μάτια τους που είναι ρουφηγμένα μέσα στο πρόσωπό τους, να μιλούν για τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες και τις διορίες και τις δουλειές. Και δεν είναι κακό αυτό.

Κακό είναι που δεν ζήσανε ποτέ την εποχή της αθωότητας που κάθε άνθρωπος αξίζει να ζήσει. Την ξεγνοιασιά, την τρέλα, τα ρίσκα. Μπορεί να το ζήσανε για πολύ λίγο στα φοιτητικά χρόνια μα ποιος δεν είχε στο πίσω μέρος του μυαλού του έστω, τη μαυρίλα που έρχεται; Και ποιος είπε επίσης πως όλοι στα 18 τους είχαν την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουν; Πόσα μυαλά έμειναν σπίτι για να φροντίσουν την οικογένεια, για να κρατήσουν την επιχείρηση ή γιατί πολύ απλά δεν μπορούσαν να πάνε φοιτητές;

Αυτή η κρίση της ηλικίας, άραγε περνά;

Δεν το ξέρω, θα το μάθω στα επόμενα χρόνια και θα σας πω. Κι ελπίζω να δω ανθρώπους να πίνουν πολλά ούζα και να αγκαλιάζουν άλλους ανθρώπους, και παιδιά που τα μάτια τους λάμπουν και φλερτάρουν κι αγαπάνε και πονάνε, και 25χρονους που μιλάνε για τη φιλοσοφία, τον έρωτα και την ποίηση, για να φτάσουμε στα 40 μας να δημιουργήσουμε μια γενιά νέων ανθρώπων, όχι μίζερων, αλλά γκαβλωμένων για ζωή. Εμείς τελειώσαμε με αυτά. Τα παιδιά μας όμως, δεν το επιτρέπω ούτε σαν σκέψη να περάσει πως θα περάσουν στα 25 την κρίση μέσης ηλικίας τους, όταν το προσδόκιμο ζωής τους θα φτάνει πια στα 90.