Καλημέρα. Το προσωπικό μου δράμα έχει να κάνει όχι με τη δουλειά μου αλλά με δουλειά άλλου και κυρίως είναι φόρος τιμής στην τεράστια αξία ενός σπουδαίου γείτονα.

Προχτές το βράδυ μου έπεσαν τα κλειδιά του αμαξιού μου στο φρεάτιο του υπονόμου. Σε τρομάζει και που το διαβάζεις ε; Ήταν όντως τρομακτικό στο επιβεβαιώνω, το να τα βλέπω να χάνονται μέσα στη λάσπη του υπονόμου.

Με απειροελάχιστα ψήγματα ψυχραιμίας πήρα τηλέφωνο υδραυλικό, δεν σκέφτηκα κάτι άλλο. Στη διαφήμιση του έγραφε, διαθέσιμος 24/7. Με ειρωνεύτηκε κανονικότατα και μάλιστα γέλασε ότι τα φρεάτια δεν ανοίγουν, ότι είναι βαρύ το καπάκι και ότι καλύτερα να πάω να βγάλω αλλά κλειδιά και δεν μπορεί να με βοηθήσει νταξει; Λυπάται πολύ καληνύχτα. Και μου το έκλεισε στα μούτρα.

Σχεδόν σε υστερία, πήγα στα όρια της λιποθυμίας στον Συρο γείτονα που έχει το μαγαζάκι της γειτονιάς. Ήταν η γυναίκα του στο μαγαζί, δεν μιλάει καλά ελληνικά, πήρε τηλέφωνο την κόρη της, μίλησα και της εξήγησα και πήρε τηλέφωνο τον πατέρα της, ο οποίος μου είπε ότι έρχεται σε κάνα μισάωρο. Στο μεσοδιάστημα προσπαθώ να ψαρέψω τα κλειδιά με το κοντάρι της τέντας, το οποίο χώθηκε σχεδόν ολόκληρο μέσα στη λάσπη, οπότε και απελπίστηκα. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο κλειδαράδες όπου και όντως βρήκα κάποιον που βγάζει Αντίκλειδια. 100 ευρώ το κόστος….

Κάποια στιγμή έφτασε ο γείτονας, ο Χουσειν, πάνοπλος με εργαλεία και μαγνήτη. Με μια απλή κίνηση σήκωσε το καπάκι του φρεατίου και αρχίσαμε να ψαρεύουμε στον υπόνομο. Τα κλειδιά πουθενά. Απ’ τη λάσπη ο μαγνήτης δεν λειτουργούσε.

Ο Χουσειν δεν τα παράτησε, κάλεσε τον διαχειριστή της πολυκατοικίας και του ζήτησε φτυάρι. Και όντως είχε φτυάρι! Στο κέντρο της Αθήνας, ο διαχειριστής είχε φτυάρι, δεν με ενδιαφέρει το πως και το γιατί με ενδιαφέρει ότι είχε φτυάρι.

Ανακουρκουδα ο Χουσειν άρχισε να φτυαριζει τον υπόνομο ενώ η γυναίκα του κι εγώ φωτιζαμε με φακό. Φτυαρισε κ έβγαλε έξω τον μισό υπόνομο.

Ώσπου… τα εντοπίσαμε! Η γυναίκα του δηλαδή…

Δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε ένιωσα τέτοια ανακούφιση.

Σημειωτέον ότι όσο εγώ ήμουν σε υστερία και ζούσα το δράμα μου, ο Χουσειν και η γυναίκα του παρέμειναν γαλήνιοι κι ατάραχοι. Έχουν ζήσει χειρότερα δράματα από το να χάσουν τα κλειδιά τους…

Σχεδόν έπεσα στα πόδια τους ενώ εκείνοι με κοιτούσαν γελαστοί και λίγο αμήχανοι.

Ψώνισα το μισό μαγαζάκι κ την επόμενη μέρα τους πήγα γλυκά να τους κεράσω.

«Σας παρακαλώ κύρια εγώ το έκανα γιατί ήθελα», είπε ντροπαλά ο Χουσειν, ενώ η γυναίκα του κουνάγε το κεφάλι με ύφος «τι πήγες κ έκανες δεν είναι σωστό». 

Του λέω, ακριβώς κι εγώ επειδή ήθελα σας έφερα γλυκά να γλυκαθειτε όπως γλυκανατε κι εμένα.

«Αν δεν βοηθάμε ο ένας τον άλλον δεν έχει τίποτα σημασία», με αποστομωσε ο Χουσειν και κάπως έτσι έφυγα από το μαγαζάκι με λίγη μεγαλύτερη χαρά και πίστη στον άνθρωπο.

Το ποστ αυτό είναι φόρος τιμής στην αξία ενός καλού γείτονα.

Να μας λείπουν οι αδιάφοροι κ ειρωνικοί μάστορες όταν έχουμε καλούς γείτονες σαν τον Χουσειν.

Ευχαριστώ Χουσειν.
Ευχαριστώ κυρία Χουσειν.

Σας εύχομαι να έχετε κι εσείς τόσο καταπληκτικούς γείτονες.

Υ.Γ. Αυτή ήταν η ιστορία της Ματίνας Κλάγκου, από το Τμήμα Προσωπικού Δράματος.