του Κώστα Γιάντσιου

Και δεν είναι αυτό που νομίζεις…

Είναι παγκόσμια η τάση εξέλιξης των cocktails που πίνονται πια όλον το χρόνο και σε σημεία τόσο διαφορετικά μεταξύ τους. Δεν είναι μόνο προνόμιο κάποιας ελίτ που θα τα απολαύσει στο εκλεπτυσμένο bar ενός κλασσάτου ξενοδοχείου ή ενός φίνου εστιατορίου, όπως βλέπουμε στις κλασσικές ταινίες. Σήμερα υπάρχουν σύγχρονοι “αλχημιστές” που αναζητούν με επιμονή νέες ιδέες, φρέσκα υλικά και ασυνήθιστους συνδυασμούς. Στην πόλη έχουμε καλούς bartenders και μια υπόγεια άμιλλα. Πολλοί από αυτούς νοιάζονται – παρά τη φούρια τους – αν σου άρεσε το ποτό σου, ρίχνοντας και μια δεύτερη ματιά στο ποτήρι σου. Πρόσφατα σε ένα αγαπημένο μου στέκι ζήτησα ένα whisky sour. O μόνιμος bartender δεν δούλευε εκείνη την ημέρα και το ετοίμασε ένας εκπαιδευόμενος. Λίγο πριν αδειάσει το ποτήρι μου, μου έκανε νόημα σαν να με ρωτάει αν μου άρεσε, σήκωσα τον αντίχειρα προς απάντηση. Μου έφερε ακόμη ένα, χωρίς να έχω παραγγείλει. Ίσως για να με ευχαριστήσει, ίσως για να δω ότι δεν το πέτυχε κατά τύχη. Αυτή είναι μια συνηθισμένη πλέον εικόνα μιας “μεσαίας” τάξης που πίνει cocktails στα στέκια της πόλης και στις παραλίες και δημιουργεί εικόνες που πολλοί κριτικάρουν γιατί από το συγκεκριμένο μείγμα απουσιάζει η κρίση. Θεωρούνται επιφανειακές οι εικόνες αυτές και δείχνουν ανθρώπους που δε νοιάζονται για τίποτε άλλο παρά για την καλοπέρασή τους και μια επίδειξη στιγμιαίας πολυτέλειας. Στο στιγμιαίας θα συμφωνήσω αλλά θα προσθέσω δίπλα την ανεμελιά. Αυτό στα σίγουρα. Για τα υπόλοιπα δε γενικεύω. Ούτε για τη “μεσαία” τάξη είμαι τόσο σίγουρος. Γιατί στη χώρα μας η “μεσαία” τάξη μπερδεύτηκε εδώ και πολλά χρόνια με τα μεσαία εισοδήματα που μπορεί να είχαν και άνθρωποι αντιπαραγωγικοί. Βλέπετε στην Ευρώπη, τουλάχιστον, η έννοια της μεσαίας τάξης είναι κάτι περισσότερο από οικονομικά δεδομένα. Είναι ένας φορέας νέων ιδεών αλλά αυτό είναι ένα θέμα που θα το συζητήσουμε μια άλλη φορά. Σε ό,τι αφορά, όμως, όσους αρέσκονται σε γενικεύσεις και αφορισμούς, καλύτερα να μας αφήσουν ήσυχους (και) το καλοκαίρι. Έχουμε κουραστεί από μια ακατάσχετη και εμμονική φλυαρία για το παραμικρό που προέρχεται συνήθως από εκείνους που ασχολούνται μόνο με το παραμικρό. Δεν ξέρω, λοιπόν, ποιος είναι αυτός που πίνει το cocktail του δίπλα μου. Αν είναι ένας αργόσχολος ή ένας εισοδηματίας, ένας άνεργος ή κάποιος που βγήκε να χαλαρώσει μετά από πολλές ώρες δουλειάς, ένας εκκολαπτόμενος γευσιγνώστης που του αρέσει να πειραματίζεται ή ένας τυπάς που θέλει να κάνει επίδειξη. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να μην κάνω γενικεύσεις που δεν οδηγούν πουθενά. Να μη χρησιμοποιήσω άλλο αυτό το παλιό χαρτονόμισμα. Η εποχή είναι περισσότερο σύνθετη απ’ όσο νομίζουμε και στο shaker της έχει πολλά υλικά να αναμείξει ακόμη. Δεν έχω την πρόθεση να τα καταδικάσω πριν σερβιριστεί το αποτέλεσμα.

* το κείμενο δημοσιεύτηκε στη στήλη Editor’s Note 84 του biscotto 2310 (τεύχος 84, Ιούλιους – Αύγουστος 2013) / φωτογραφία: Νίκος Παππάς