Πολύ κοντά στον δρόμο για το Ελεγκτικό Συνέδριο βρίσκονται οι συμβάσεις προμήθειας για τα νέα λεωφορεία Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Ο διαγωνισμός για την μεγάλη προμήθεια των 650 σύγχρονων και πράσινων οχημάτων που θα ενισχύσουν τις δύο πόλεις, έχοντας περάσει από σαράντα κύματα, βαίνει προς την ολοκλήρωση. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτές τις ημέρες κλείνει και το πέμπτο τμήμα του διαγωνισμού, ώστε μέσα στον Φεβρουάριο το πακέτο των συμβάσεων να σταλούν στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, τα πρώτα καινούργια λεωφορεία θα παραληφθούν εντός του 2023, βάζοντας «τέλος» σε μια αναμονή σχεδόν 14 ετών. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει ότι η πορεία των πραγμάτων δεν θα ανακοπεί εκ νέου από προσφυγές.

Το ελεγκτικό συνέδριο

Η αποστολή των φακέλων στο Ελεγκτικό Συνέδριο, θα σηματοδοτήσει ένα ακόμα ορόσημο για την πλήρη «αναστήλωση» των οδικών συγκοινωνιών των δύο πόλεων, που τα τελευταία χρόνια έχουν γνωρίσει μόνο απαξίωση και παρακμή. Θα βάλει μπρος την προετοιμασία για τη δεύτερη φάση της προμήθειας που θα συμπληρώσει τον συνολικό στόχο των 1.300 νέων «πράσινων» οχημάτων.

Αυτό που θα επαναξιολογηθεί στον δεύτερο διαγωνισμό είναι το τεχνολογικό μίγμα. Οι απαιτήσεις για βιώσιμες μετακινήσεις και οι φιλόδοξοι στόχοι της Ευρώπης για το Net Zero και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα αλλάζουν συνεχώς τα δεδομένα. Έτσι, τα 100 υβριδικά λεωφορεία που περιλαμβάνονταν στο πρώτο μέρος της προμήθειας, αλλά έμειναν τελικά εκτός ενδιαφέροντος, δεν θα περάσουν στον επόμενο διαγωνισμό και θα αντικατασταθούν από πιο πράσινες τεχνολογίες.

Σε κάθε περίπτωση, το υφιστάμενο μοντέλο προμηθειών θεωρείται εξαιρετικά προβληματικό. Ουσιαστικά, «σπρώχνει» την απαραίτητη ανανέωση του στόλου των αστικών συγκοινωνιών σε ορίζοντα 15τίας, με αποτέλεσμα η μέση ηλικία των οχημάτων να εκτοξεύεται. Για να αποφευχθεί αυτό, πηγές της αγοράς εκτιμούν ότι ένας αποδεκτός κύκλος μικρότερων προμηθειών είναι τα τρία χρόνια, ώστε και η εγχώρια αγορά να είναι βιώσιμη.

Πανδημία και ενεργειακή κρίση πληγώνουν τις συγκοινωνίες

Οι αστικές συγκοινωνίες ήταν ένα από τα μεγαλύτερα θύματα της υγειονομικής κρίσης. Την κατακόρυφη μείωση της επιβατικής κίνησης μέσα στα lockdowns ακολούθησαν εξαιρετικά αργοί ρυθμοί ανάκαμψης, με τους πολίτες να προτιμούν τα ΙΧ για τις μετακινήσεις τους στην πόλη. Συγχρόνως, όμως, ο παρωχημένος στόλος των οδικών συγκοινωνιών της πρωτεύουσας δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει τις νέες ανάγκες των μετακινήσεων, που προϋπέθεταν χαμηλότερα ποσοστά πληρότητας και αποστάσεις. Σήμερα, τα υφιστάμενα έχουν μέσο όρο ηλικίας σχεδόν 19 έτη και είναι τα παλαιότερα στην Ευρώπη!

Σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία του 2021, τα έσοδα του ΟΑΣΑ από πωλήσεις εισιτηρίων και καρτών το 2021 ήταν 135,2 εκατ. ευρώ, έναντι 140,3 εκατ. ευρώ το 2020. Όμως οι πωλήσεις απείχαν κατά πολύ από τα προ covid επίπεδα, οπότε ανήλθαν σε 184,4 εκατ. ευρώ, χαμηλότερα δηλαδή κατά 26,6%.

Παράλληλα, η ενεργειακή κρίση, ο πληθωρισμός και η σταθερά ανοδική τιμή των καυσίμων, αυξάνουν δυσθεώρητα τα λειτουργικά κόστη των συγκοινωνιακών φορέων. Βάσει των προβλέψεων του ΟΑΣΑ, εκτιμάται ότι για τις Οδικές Συγκοινωνίες (ΟΣΥ) η μέση αύξηση του συνολικού κόστους καυσίμων (ρεύμα έλξης — Diesel — CNG) κίνησης θα ανέλθει σε 52,35%. Σε απόλυτο νούμερο αυτό αντιστοιχεί σε 19,5 εκατ. επιπλέον το 2022 σε σχέση με το 2021. Επίσης, κατά 30% αναμένεται η αύξηση στο μέσο κόστος των υλικών με μεγάλες αναλώσεις.

Επιπλέον, λόγω της επίδρασης των ανατιμήσεων στα καύσιμα και της επιπλέον ρήτρας καυσίμου που θα πρέπει να καταβάλει στα ΚΤΕΛ, η επιβάρυνση του ΟΑΣΑ εκτιμάται σε 19,3% πέραν του αρχικώς εγκεκριμένου προϋπολογισμού, δηλαδή τουλάχιστον 1,88 εκατ. ευρώ (χωρίς ΦΠΑ).

Η δωδεκαετία της παρακμής

Η αποεπένδυση μέσα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης απογύμνωσε τον στόλο των λεωφορείων. Η τελευταία προμήθεια οχημάτων για την πρωτεύουσα έγινε πριν 13 χρόνια, ενώ μέσα στην κρίση οι αποθήκες των μηχανοστασίων ήταν συχνά άδειες από ανταλλακτικά. Ως αποτέλεσμα, οχήματα με πιο βαριές βλάβες συχνά αποψιλώνονταν για την επισκευή και συντήρηση άλλων οχημάτων.

Η γενικότερη απαξίωση συνέβαλε και στον περιορισμό του παραγόμενου έργου. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 93 εκατ. οχηματοχιλιόμετρα και τους 356 εκατ. επιβάτες του 2011, επτά χρόνια αργότερα τα ΜΜΜ είχαν πέσει στα 74 εκατ. οχηματοχιλιόμετρα και τους 279 εκατ. επιβάτες 7 χρόνια αργότερα. Το παραγόμενο έργο ήταν σταθερά χαμηλότερο από το προγραμματισμένο, που σημαίνει ότι οι επιβάτες περίμεναν στη στάση λεωφορεία που καθυστερούσαν ή και δεν περνούσαν ποτέ. Οι οδηγοί μειώθηκαν, όπως και ο μέγιστος αριθμός προγραμματισμένων οχημάτων από 1.464 το 2011 σε 1.063 το 2018.

Τα νέα λεωφορεία

Η πρώτη μεγάλη φάση της ανανέωσης των στόλων Αθήνας και Θεσσαλονίκης περιλαμβάνει τέσσερα τμήματα, αντί των αρχικών πέντε αφού τα 100 υβριδικά αποκλείστηκαν. Αυρά αφορούν στην προμήθεια 200 απλών αστικών οχημάτων 12 μέτρων, συμπιεσμένου φυσικού αερίου (CNG) κατηγορίας EURO VI και αρχικού προϋπολογισμού 59 εκατ. ευρώ. Επίσης, προμήθεια 100 αρθρωτών αστικών οχημάτων 18 μέτρων, συμπιεσμένου φυσικού αερίου (CNG) κατηγορίας EURO VI και αρχικού προϋπολογισμού 43 εκατ. ευρώ. Ακόμη, 100 απλών ηλεκτρικών αστικών οχημάτων 12 μέτρων ελάχιστης αυτονομίας 135 χλμ. και αρχικού προϋπολογισμού 45 εκατ. ευρώ και τέλος 250 απλών ηλεκτρικών αστικών οχημάτων 12 μέτρων ελάχιστης αυτονομίας 180 χλμ. και αρχικού προϋπολογισμού 123,75 εκατ. ευρώ.

Ο ΟΑΣΑ

Εντωμεταξύ, ο ΟΑΣΑ πρόκειται εντός του 2023 να ξεκινήσει την εκπόνηση του νέου Στρατηγικού Σχεδίου Μεταφορών (ΣΣΜΑ). Αυτό θα διερευνήσει και θα αναθεωρήσει συνολικά τη συγκοινωνιακή προσφορά και ζήτηση, προκειμένου να διατυπωθούν προτάσεις ενίσχυσης και επέκτασης του συγκοινωνιακού δικτύου στην περιοχή ευθύνης του ΟΑΣΑ. Το εν λόγω Σχέδιο θα βασίζεται στις αρχές της βιώσιμης κινητικότητας, θα προωθεί τη χρήση δημόσιων μέσων μεταφοράς και θα ενδυναμώνει την υιοθέτηση σύγχρονων και καινοτόμων πρακτικών, υπηρεσιών και τεχνολογιών.

Οι υποβληθείσες προτάσεις δημιουργίας νέων σταθμών μετρό, γραμμών τραμ και λεωφορειακών γραμμών θα διερευνηθούν σε στρατηγικό και λειτουργικό επίπεδο, ώστε να προγραμματιστεί το σχέδιο υλοποίησης σε ορίζοντα 20ετίας. Σε αυτόν τον σχεδιασμό θα λαμβάνονται υπόψιν και τα νέα λεωφορεία, εκ των οποίων τα 2/3 περίπου προορίζονται για την Αθήνα.