Η ουσία της βλακείας δεν άλλαξε από τον καιρό του Μούζιλ, αλλά αυξήθηκε δραματικά η διασπορά της. […] Το ανησυχητικό δεν είναι ότι εξακολουθούμε να πιστεύουμε σε βλακείες. Το ανησυχητικό είναι ότι μπορούμε και να τις επιβάλλουμε. Να ανεβάσουμε τους βλάκες στην εξουσία. […]

Τα social media έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στον αλήστου μνήμης βλάκα του Μεσοπολέμου – μια ευκαιρία που, ενορατικοί συγγραφείς όπως ο Ρόμπερτ Μούζιλ, δεν είχαν δει ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα. Τα media ανέλαβαν να διαδώσουν το μήνυμα του βλάκα ως τα πέρατα της οικουμένης, ενίοτε μάλιστα και να το «ξεπλύνουν» από την αρχική του αφέλεια ή από την εγγενή του μοχθηρία, να το σερβίρουν ως «έγκυρη είδηση». […] Να προαισθανόταν άραγε ο Μούζιλ το 1942 εκεί, αυτοεξόριστος στην Ελβετία, άρρωστος κι εξαθλιωμένος, τις απεριόριστες προοπτικές που θα σου άνοιγε κάποτε το χάρισμα του βλάκα;

Από τον πρόλογο του Πέτρου Τατσόπουλου

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Ο Ρόμπερτ Μούζιλ γεννήθηκε το 1880 στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας. Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές μπήκε οικότροφος σε στρατιωτική σχολή. Το 1903 άρχισε σπουδές πειραματικής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου και το 1908 αναγορεύτηκε διδάκτωρ φιλοσοφίας, φυσικής και μαθηματικών. Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου υπηρέτησε στο ιταλικό μέτωπο με τον βαθμό του λοχαγού. Μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία ο Μούζιλ εγκαταλείπει τη Γερμανία και καταφεύγει στη Ζυρίχη το 1938. Τα βιβλία του απαγορεύονται σε Αυστρία και Γερμανία και πεθαίνει τον Απρίλιο του 1942 αφήνοντας ανολοκλήρωτο το μεγάλο του μυθιστόρημα Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες.