«Βλέπεις μια γυναίκα, η οποία πέρασε στην άλλη όχθη και αναρωτιέσαι πώς γίνεται να κάνει κάποιος κάτι τόσο ακραίο. Και σιγά–σιγά, παρακολουθώντας την εξέλιξη της ιστορίας, φτάνεις μέχρι και να την συμπονέσεις. Η γυναίκα αυτή σκοτώνει μικρά κορίτσια επειδή πιστεύει πως με αυτόν τον τρόπο λυτρώνει τα ίδια και τους γονείς τους από τα βάσανα της ζωής. Σκοτώνει για να τα «ελευθερώσει», νιώθοντας πως διαπράττει μια θεάρεστη πράξη».

Η Ζωή Λαζαριώτου είναι μια από τις πέντε γυναίκες που συμμετέχουν στην παράσταση Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σε σκηνοθεσία Πάνου Δεληνικόπουλου, στο Θέατρο Τ. Η εν λόγω παράσταση εστιάζει στην πολυπλοκότητα της εμβληματικής ηρωίδας του Παπαδιαμάντη, μια παράσταση με πέντε γυναίκες επί σκηνής, που προσπαθούν να κατανοήσουν τα πολλαπλά πρόσωπα της αινιγματικής Φραγκογιαννούς.

Έναν αιώνα μετά από την πρώτη δημοσίευση της «Φόνισσας», το 1903 στο περιοδικό «Παναθήναια», το κορυφαίο έργο του Παπαδιαμάντη εξακολουθεί να κεντρίζει το ενδιαφέρον, χάρη στην πολυπλοκότητά του και το ανεξάντλητο των αναγνώσεων και των ερμηνειών του.

Η Ζωή Λαζαριώτου μού μίλησε για τις προκλήσεις στο έργο του Παπαδιαμάντη, για τον χαρακτήρα της Φραγκογιαννούς έτσι όπως αυτή τον έζησε μέσα από την ενδελεχή μελέτη του, καθώς και για το «λυτρωτικό» τέλος της. Ήταν τελικά θύτης ή θύμα; Υποκείμενο εγκλήματος ή αντικείμενο καταπίεσης;

Συνέντευξη/Επιμέλεια: Λυδία Κοκκινά

  1. Στην παράστασή σας επιλέξατε να κρατήσετε τη γλώσσα του Παπαδιαμάντη. Αποτέλεσε πρόκληση αυτό για σένα;

Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, οπότε νομίζω πως θα ήταν λάθος να μην κρατήσουμε τη γλώσσα του Παπαδιαμάντη. Χρησιμοποιούμε το κείμενο αυτούσιο, σε αποσπασματική, βέβαια, μορφή. Ο στόχος εξαρχής ήταν ο λόγος, χωρίς τίποτα το περιττό, και αυτό είναι το βασικό μας όχημα στην παράσταση. Ούσα η μικρότερη στον θίασο, ομολογώ πως η γλώσσα αρχικά με δυσκόλεψε, καθώς δεν είχα καμία επαφή με την καθαρεύουσα, ωστόσο κατάλαβα ότι αυτή η γλώσσα διαθέτει τέτοια μουσικότητα και δύναμη που σε παρασέρνει να την ακολουθήσεις. Κάτι ξυπνάει μέσα μας. Σαν να δημιουργείται ένας διάλογος ανάμεσα στο τώρα και στο τότε, το οποίο και πλησιάζουμε μέσα από τη γλώσσα.

  1. Υπάρχουν, πιστεύεις, ομοιότητες ανάμεσα στη Φόνισσα και την αρχαία τραγωδία;

Αρκετές. Η Φραγκογιαννού ξεπερνάει τα ανθρώπινα για να αποδώσει, με έναν τρόπο, μια δική της δικαιοσύνη. Συγκρούεται με το θεϊκό και το ανθρώπινο, όχι για προσωπικό της συμφέρον, αλλά γιατί πιστεύει πως πραγματοποιεί μια θεάρεστη πράξη. Υπάρχουν στιγμές που την κυνηγούν οι ενοχές, συνειδητοποιώντας τι έχει κάνει. Το παρελθόν έχει καθοριστική σημασία στη διαμόρφωση του παρόντος και του μέλλοντός της. Φτάνει στα άκρα, τα ξεπερνάει και στο τέλος βρίσκει τη λύτρωση.

  1. Με το έργο του αυτό, ο Παπαδιαμάντης άσκησε δριμύτατη κριτική στην καταπίεση του γυναικείου φύλου, σε μια εποχή που οι γυναίκες στερούνταν πολλές, θεμελιώδεις ελευθερίες. Σήμερα που οι γυναίκες έχουν κατακτήσει τόσα οχυρά, πιστεύεις ότι η κατάσταση έχει αλλάξει;

Σίγουρα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα συγκριτικά με εκατό και πλέον χρόνια πριν, όταν γράφτηκε το συγκεκριμένο έργο, ωστόσο νομίζω πως έχουμε αρκετά θέματα ακόμα να λύσουμε.

  1. Πώς σχολιάζεις το τέλος της Φραγκογιαννούς;

Λυτρωτικό. Δεν οδηγείται στη σύλληψη και την καταδίκη, ούτε της δίνεται άφεση αμαρτιών. Πηγαίνει να εξομολογηθεί και πιστεύει μέχρι και την τελευταία στιγμή ότι θα τα καταφέρει. Την βρίσκει η θάλασσα και πεθαίνει από πνιγμό, όπως και τα θύματά της. Ανάμεσα στην ανθρώπινη και τη θεία δικαιοσύνη καταφέρνει να γλιτώσει από την πρώτη και παραδίνεται στη δεύτερη. Ο Παπαδιαμάντης δεν την παραδίδει στα χέρια της ανθρώπινης δικαιοσύνης για να δικαστεί σαν κοινή εγκληματίας, αλλά την αφήνει εκεί, στα χέρια του Θεού, μέσα στη θάλασσα να βρει τη λύτρωσή της. Με συγκινούν πάντα οι τελευταίες της λέξεις: «Α! Να το προικιό μου!», μια βαθιά πίκρα στην τελευταία εκπνοή για την αδικία που υπέστη από τους γονείς της.

  1. Έχοντας πλέον ζήσει την ιστορία της Φόνισσας, πιστεύεις ότι ήταν θύτης ή θύμα; Υποκείμενο εγκλήματος ή αντικείμενο καταπίεσης; Μην ξεχνάμε ότι σαν γυναίκα καταπιέστηκε πολύ από τρίτους και έφτασε στο σημείο να θεωρεί ότι τα κορίτσια αποτελούν βάρος για τις φτωχές οικογένειες, αλλά και ότι το φαινόμενο της θηλυκτονίας ήταν υπαρκτό εκείνα τα χρόνια.

Δε νομίζω ότι μπορεί κάποιος εύκολα να απαντήσει σε αυτό. Για μένα το πιο σημαντικό είναι το πώς φτάνει ένας άνθρωπος σε αυτό το σημείο. «Να ψηλώσει ο νους του». Βλέπεις μια γυναίκα η οποία πέρασε στην άλλη όχθη και αναρωτιέσαι πώς γίνεται να κάνει κάποιος κάτι τόσο ακραίο. Και σιγά–σιγά, παρακολουθώντας την εξέλιξη της ιστορίας, φτάνεις μέχρι και να την συμπονέσεις. Η γυναίκα αυτή σκοτώνει μικρά κορίτσια επειδή πιστεύει πως με αυτόν τον τρόπο λυτρώνει τα ίδια και τους γονείς τους από τα βάσανα της ζωής. Σκοτώνει για να τα «ελευθερώσει», νιώθοντας πως διαπράττει μια θεάρεστη πράξη, όχι από μίσος για τα κορίτσια αυτά, αλλά στα πλαίσια ενός παραλογισμού, μιας υποσυνείδητης «καλοσύνης» και μιας διαμαρτυρίας για τη μοίρα των γυναικών της εποχής. Δεν επικροτώ φυσικά τις πράξεις της, αλλά με ενδιαφέρει να καταλάβω πώς και γιατί έφτασε ως εκεί.

Η παράσταση «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, σε σκηνοθεσία Πάνου Δεληνικόπουλου, θα βρίσκεται στο Θέατρο Τ έως τις 28 Μαΐου.