Ο κόσμος του κρασιού είναι πολύ «γοητευτικός» γι’ αυτό και έχει πολλούς αποδέκτες είτε για επαγγελματικούς σκοπούς είτε για χόμπι. Σε πολλούς μας αρέσει να ανακαλύπτουμε ιδιαίτερα ή και πιο κλασικά κρασιά αλλά και τα ποια φαγητά με τα οποία μπορούμε να τα συνδυάσουμε. Η σομελιέ, Ιωάννα Νεράντζη, από τη Θεσσαλονίκη έχοντας αναπτύξει μεγάλη εμπειρία πάνω στο κρασί, αποφάσισε να ανοίξει τα φτερά της, να μάθει ακόμα περισσότερα για τον οινικό κόσμο και πλέον ζει και εργάζεται στο Λονδίνο.

Συνέντευξη στη Χριστίνα Μισιρλή 

Η τέχνη του κρασιού είναι πολύ απαιτητική και όμορφη ταυτόχρονα. Όσο για το τι ήταν αυτό που την ώθησε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τον κλάδο είπε πως «ο Οινοχόος είναι ο δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ του οινοπαραγωγού και του τελικού καταναλωτή» και συμπλήρωσε: «Η αλήθεια είναι ότι πάντα έψαχνα τρόπους να κάνω το σερβίρισμα ενός τραπεζιού μοναδικό και αξέχαστο. Αρκετά δύσκολο να επιτευχθεί δίχως την παρουσία κρασιού η μίας ωραίας ιστορίας. Το κρασί είναι εντυπωσιακό προϊόν από μόνο του και προσφέρει αξέχαστες εμπειρίες και ο οινοχόος είναι η παρουσία που κάνει μια γαστρονομική εμπειρία αξέχαστη».

Η πρώτη της επαφή με την εστιατορική στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε από το ιταλικό εστιατόριο Navona του Macedonia Palace και έκανε τις πρώτες της επαφές με τον Ιταλικό Αμπελώνα και άρχισε σιγά σιγα να ανακαλύπτει τον κόσμο του ελληνικού κρασιού στη Βόρεια Ελλάδα. «Στη συνέχεια θα δουλεύω για το Lycabettus Restaurant, του Andronis στη Σαντορινή, και δύο χρόνια αργότερα ξεκινάω να εργάζομαι για το 67 Pall Mall στο κεντρικό Λονδίνο μέχρι και το 2022».

«Με μία πολλή ωραία συνεργασία με τον Όμιλο Canaves στη Σαντορίνη με βρίσκει η καλοκαιρινή σεζόν του 2022, έχοντας μεγάλη αδυναμία σε αυτό το νησί. Τη συγκεκριμένη στιγμή βρίσκομαι στο Λονδίνο και εργάζομαι ως Assistant Head Sommelier σε Private Members Club στο Mayfair, με την εξαιρετικά ταλαντούχα ομάδα του Matteo Montone MS (Master Sommelier)», πρόσθεσε.

«Κάτι μέσα μου ήδη έχει ξεκινήσει να αλλάζει»

Η Ιωάννα Νεράντζη αφηγείται την περίοδο όπου αποφάσισε να αφήσει τη Θεσσαλονίκη και να μεταβεί στο εξωτερικό. «Πρώτη στάση η Σαντορίνη μετά τη Θεσσαλονίκη, ξεκινάω να δουλεύω για τον Όμιλο Andronis στο Lycabettus Restaurant με την εξαιρετική ομάδα του Αναστάσιου Δημητριάδη και γνωρίζω καλεσμένους από όλο τον κόσμο. Κάτι μέσα μου ήδη έχει ξεκινήσει να αλλάζει και είμαι από τους ανθρώπους που κυνηγάω νέες εμπειρίες», θυμάται.

Στη συνέχεια, είπε πως «η πρώτη μου σεζόν στη Σαντορίνη τελειώνει με εμένα ντυπωσιασμένη με το κρασί που μπορεί να παράξει ο Σαντορινιός αμπελώνας και με μια ανάγκη να το επικοινωνήσω. Μέσα από την εκτενή λίστα του Lycabettus φυσικά γνωρίζω και την αγορά των fine wines αφήνοντας με ανυπόμονη να γνωρίσω τον υπόλοιπο κόσμο. Το καλοκαίρι του 2019 αποφασίζω ότι θέλω να εργαστώ στο εξωτερικό και πόσο θέλω να ταξιδέψω και να γνωρίσω τον οινικό… πλανήτη».

Για το τι είναι εκείνο που της αρέσει περισσότερο στον κόσμο του κρασιού σημείωσε ότι «είναι μια διεθνής γλώσσα! Συνδεδεμένο με πολλά κομμάτια της κουλτούρας, νοοτροπίας, καθημερινότητας και στάση ζωής κάθε χώρας».

Οι Βρετανοί αγαπούν το κρασί 

Παράλληλα, υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην κουλτούρα του κρασιού ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βρετανία. «Ένα μπουκάλι κρασί δεν λείπει ποτέ από το βρετανικό τραπέζι ανεξαρτήτως ώρας και μέρας. Επίσης οι Βρετανοί είναι ένας πολιτισμός που καταναλώνει αρκετό κρασί εξαιρετική ποιότητας σχεδόν από πάντα…Όπως και είναι κέντρο αγοράς fine wines παγκόσμιας εμβέλειας».

Περιγράφοντας πως είναι μια συνηθισμένη μέρα στη δουλειά, εξήγησε ότι «είναι μια απαιτητική καθημερινότητα με πολύ διάβασμα και συνεχή προσπάθεια. Η μέρα ενός οινοχόου στο εργασιακό περιβάλλον συνήθως χαρακτηρίζεται από τακτοποίηση και οργάνωση του χώρου σερβιρίσματος, εξοπλισμού όπως και την οργάνωση του μπαρ, οργάνωση/τροποποίηση λίστας που σερβίρεται σε ποτήρι, (διασφάλιση ποιότητας και εύρους ετικετών) οργάνωση των εβδομαδιαίων καθηκόντων, τακτοποίηση και διόρθωσης λίστας, οργάνωση κελαριού, τυφλές γευσιγνωσίες και οινικές προπονήσεις με την ομάδα. Φυσικά όλα τα παραπάνω πραγματοποιούνται για να μπορέσουμε να προσφέρουμε μία ωραία εμπειρία την ώρα του σερβιρίσματος».

Για το αν έχει μάθει να ξεχωρίζει τους ανθρώπους από το κρασί που επιλέγουν αλλά και τι είναι αυτό που παρατηρεί ανέφερε ότι η αγάπη, ο ενθουσιασμός, το στυλ που προτιμάει, η προσωπική ενασχόληση με τον χώρο κρασιού, διαμορφώνει και την τελική απόφαση όσον αφορά το κρασί που θα επιλέξουν.

Όσον αφορά τον αγαπημένο της συνδυασμό κρασιού – φαγητού αποκάλυψε πως «περιστασιακά αλλάζω αγαπημένους συνδυασμούς. Αν πρέπει να επιλέξω κάτι πολύ νόστιμο αυτή τη στιγμή και ελληνικό ( που μου έχει λείψει κιόλας) θα ήταν σιγομαγειρεμένο κοκκινιστό μοσχαράκι στη γάστρα με Σητεία Οικονόμου 2004 , Λιάτικο-Μανδηλαριά».

Μάλιστα, μπήκα σε πειρασμό να ρωτήσω αν θα μπορούσε να προσδιορίσει πόσες, περίπου, ετικέτες κρασιού έχει δοκιμάσει αλλά και ποιες είναι αυτές που ξεχώρισε είτε από ελληνικό είτε από ξένο αμπελώνα. «Νομίζω είναι η πρώτη φορά που καλούμαι να απαντήσω αυτή την ερώτηση. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα! Μπορώ να απαντήσω κατά προσέγγιση όμως καθώς υπάρχουν μέρες που θα δοκιμάσω σαράντα με πενήντα ετικέτες και μέρες που θα δοκιμάσω μόνο τρεις με τέσσερις. Έχοντας περάσει κάποια χρόνια στο χώρο νομίζω είναι ήδη … αρκετές».

Για το ποια είναι η πιο υψηλή τιμή που μπορεί να αγγίξει μία φιάλη κρασιού ξεκαθάρισε πως δεν υπάρχει όριο. «Εξαιρετικά σπάνια κρασιά αγγίζουν τιμή αγοράς αυτή τη στιγμή £45.000-60.000 μπορεί και παραπάνω σε εξαιρετικές περιπτώσεις».

Η συνέντευξη ολοκληρώθηκε με το τι θα έλεγε σε κάποιον που σκέφτεται να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα. «Νομίζω θα έλεγα ότι είναι πραγματικά δώρο ζωής να αποφασίσεις να μπεις στο χώρο του κρασιού. Είναι ένας μαγικός κόσμος που δεν σταματά στο να μπορείς να αναγνωρίζεις και να καταλαβαίνεις τι βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου. Είναι μια ζωή γεμάτη εξαιρετικούς ανθρώπους, δοκιμές κρασιών, βιβλία, ταξίδια και αναζήτηση νέων εμπειριών».