Μπορεί ένας άνθρωπος να αλλάξει τον κόσμο; Μπορεί ένας άνθρωπος να αλλάξει τη μοίρα χιλιάδων; Αλήθεια, πώς φτιάχνονται οι ήρωες; Ποιοι γίνονται ήρωες; Ο Βασίλης Τσαρτσάνης μέχρι πριν δυόμιση χρόνια ήταν ένας συνηθισμένος κάτοικος αυτής της χώρας. Ιδιοκτήτης κωμμωτηρίου, με όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και ανήσυχο πνεύμα. Συμμετείχε ενεργά στην πολιτιστική ζωή του τόπου μέσα από την ομάδα Ασκληπείον που δημιούργησε με άλλους φίλους του και μέσω της οποίας επιδιώκει να παράγει τέχνη και πολιτισμό, με σκοπό την ανάδειξη του τόπου του, την περιοχή του Πλυκάστρου Κιλκίς, αλλα διεξήγαγε και διάφορα πρότζεκτ που αποσκοπούν στην συμφιλίωση και στη συνύπαρξη των λαών των Βαλκανίων. Όλη του αυτή η δράση τον έφερε σταδιακά στο Balkan Express της ΕΡΤ3 και στη συμμετοχή για δημιουργία ντοκυμαντέρ για ένα ευρυτερο κοινό. Και μετά ήρθαν οι πρόσφυγες.

Συνέντευξη: Κατερίνα Ευσταθιάδου

Με αυταπάρνηση και προσωπικές θυσίες ανέλαβε ένα ρόλο δύσκολο και έφτασε να διαχειρίζεται παρέα με τους συντοπίτες του το μεγαλύτερο σύγχρονο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πρόβλημα. Στο μεγαλύτερο χερσαίο πέρασμα των προσφύγων προς την Ευρώπη, στην Ειδομένη, η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου όταν ανέλαβε δράση για να βοηθήσει τα θύματα του πολέμου.

Πέρασε πολλά και σήμερα, τα μεγάλα διεθνή μέσα τον παρουσιάζουν ως τον σύγχρονο ήρωα, τον άνθρωπο που αποκατάστησε την πίστη στην ανθρωπότητα και διέσωσε την αξιοπρέπεια της Ευρώπης, που εθελοτυφλούσε για καιρό μπροστά στο πρόβλημα. Έφτασε στο σημείο να δίνει συνετεύξεις σε παγκόσμια δίκτυα και να μιλάει στο Ευρωκοινοβούλιο, ως ο άνθρωπος που είχε την πραγματική εικόνα για το πρόβλημα στην περιοχή του. Το σπίτι του έγινε καταφύγιο πολλών ψυχών που βρέθηκαν σε ανάγκη, αλλά φιλοξένησε και αποστολές δημοσιογράφων και πολιτικών που ήρθαν στην Ειδομένη. Οι πρόσφυγες που βοήθησε, τα αδέρφια του, έστησαν για χάρη του καμπάνια ευγνωμοσύνης, ανεβάζοντας ευχαριστήρια πλακάτ από τις ευρωπαϊκές πόλεις όπου εγκαταστάθηκαν.

Πρόσφατα ο Independent δημιούργησε για αυτόν ένα άρθρο ώστε να μάθει όλος ο κόσμος για την προσφορά του, ενώ το OSF (Open Society Foundations) έφτιαξε ένα υπέροχο βίντεο που αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την ιστορία του.

Εμείς συναντηθήκαμε με το Βασίλη στη Θεσσαλονίκη και μιλήσαμε για όλα αυτά που έζησε και έμαθε από την εμπειρία του με τους πρόσφυγες.

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τους πρόσφυγες;

Αρχικά, θέλω να πω ότι ποτέ δεν ήμουν μέλος φιλανθρωπικής οργάνωσης και δεν είχα σχέση με τον ακτιβισμό. Είχα σχέση με την εικόνα, γιατί μετείχα στο Balkan Express, την εκπομπή της ΕΡΤ3 που ασχολείται με τα Βαλκάνια. Κάναμε ένα ένα μουσικό clip τέλη Σεπτεμβρίου του 2014 και τις ώρες που ήμουν εκεί με το πλήρωμά μας συνάντησα παραπάνω από 3 γκρουπ να περνάνε πάνω από την παλιά σιδηρογέφυρα του Αξιού. Με ξάφνιασε, τα δύο πρώτα δε θέλανε να έρθουν σε επαφή, μάλλον ήταν με κάποιον διακινητή και δεν καταλάβαινα που πάνε όλοι αυτοί. Το τρίτο γκρουπ μου μίλησε. Τους ρώτησα από που είναι, μου είπαν ότι είναι Σύριοι και ότι πηγαίνουν στην Ευρώπη.

Είχες τότε ιδέα του τι συμβαίνει στη Συρία;

Ακροθιγώς ήξερα ότι γίνεται πόλεμος στη Συρία, όπως όλοι Έλληνες τρώγοντας πίτσα στο τραπέζι βλέποντας τις ειδήσεις των οκτώμιση ή από τα social media.

Σε τι κατάσταση ήταν αυτοί οι άνθρωποι;

Κατευθείαν ήρθαν στο μυαλό μου εικόνες από κάποιες σκιές στο πλάι του δρόμου που έβλεπα όταν πήγαινα στο σπίτι μου στο Πολύκαστρο από τη Θεσσαλονίκη και καταλάβαινες ότι περπατάνε προς τα σύνορα. Επίσης, να ξέρουμε ότι η Ειδομένη είναι 15 χρόνια ανοιχτή, δεν είναι ένα τωρινό πέρασμα και μια φορά δοκίμασα με έναν ντόπιο από την Ειδομένη, φίλο αστυνομικό να πάμε στη συνοριογραμμή και μου έδειξε κάποια πρόχειρα καταλύματα περισσότερο από χόρτα και από κλαδιά ίσα ίσα για να προστατευτούν, χωρίς όμως να βλέπεις ανθρώπους, γιατί ήταν μέρα και όλοι ερχόντουσαν βράδυ. Πάντα έβλεπα σποραδικά κάποιους ανθρώπους να περπατάνε στην εθνική οδό στο πλάι, ούτε καν στο δρόμο, μες στις φυλλωσιές.

Πότε αρχίζει και αγριεύει κατάσταση;

Τον Οκτώβριο με Νοέμβριο του ’14 βασικά από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου πήγαινα λίγο στο σταθμό της Ειδομένης ή στο δάσος για να δω τι γίνεται. Όσους έβλεπα, όμως, δε μιλούσαν φοβόντουσαν ή είχαν διακινητή μαζί τους. Το Νοέμβριο μαζευτήκαμε στη γιορτή ενός φίλου, του Θάνου μιλήσαμε για όλα αυτά που βλέπαμε και αποφασίσαμε να πάρουμε δράση όλοι μαζί, τράβηξα και τις πρώτες μου εικόνες αρχές Νοεμβρίου. Τότε ετοιμάσαμε μία σιωπηλή αποστολή ανθρωπιάς μεταξύ μας, 7-8 φίλοι από το Πολύκαστρο και μαζί μας ήρθαν φίλοι γιατροί που χωρίς τη συμβολή τους θα πέθαινε κόσμος. Ο Χουσεΐν Μπαλτατζή, η Έφη Μπουντμπάρα, ο Στέργιος Αρκούδας ο φαρμακοποιός και ο Θοδωρής Γαρουφαλιάς. Αυτοί κάναν την πραγματική υπέρβαση κι όχι μία φορά. Φέραμε φαγητό, ρούχα και λίγα φάρμακα. Όταν πήγαμε, όμως, τρομάξαμε. Ετοιμάσαμε 300 σάντουιτς. Ξαφνικά, όταν ο κόσμος είδε ότι τους φέραμε φάρμακα, βγήκαν από παντού από το δάσος, σε σημείο να ντρεπόμαστε γιατί δε φτάνανε. Φύγαν τα παιδιά πίσω για να προλάβουν να φέρουνε κάτι, Αλλά και πάλι μαζευτήκανε περισσότερα από 500 άτομα.

Ως τότε ήσασταν μόνοι σας, δεν υπήρχε κάποια επίσημη οργανωμένη βοήθεια;

Η Ειδομένη μετά από καιρό νομίζω ότι θα φτάσει σε σημείο να πληγώσει ανθρώπους για την απραξία τους και περισσότερο τους διεθνείς οργανισμούς και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, το κράτος, την ελληνική πολιτεία και την ίδια την Ευρώπη, γιατί πρωτίστως είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, δεν είναι ελληνικό. Ήμασταν μόνοι μας, χωρίς να ζητιανέψουμε βοήθεια από κανέναν. Μας στήριξαν όλοι οι ντόπιοι και, ιδιαίτερα όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και πλέον τους βλέπαν όλοι οι ντόπιοι. Δειλά τότε αποφασίσαμε να το ανοίξουμε, να μιλήσουμε στον κόσμο στην περιοχή. Για να γίνει αυτό, ετοιμάσαμε πρώτα μια εικόνα: Την ελληνική προσφυγιά του ’23 από την Ανατολική Ρωμυλία και τη Θράκη, τον Πόντο και την Καππαδοκία και τη γερμανική προσφυγιά του ’45 και την προσφυγιά του τώρα. Το ονομάσαμε δεύτερη αποστολή ανθρωπιάς. Κάποια στιγμή είμαι μαζί με το Νίκο Βουρβαχάκη, ένα συνεργάτη μου και κάνανε μοντάζ και βγαίνω στο μπαλκόνι για να δω τι γίνεται, γιατί είχα αφήσει τους γονείς μου μόνους τους να μαζέψουν πράγματα. Παίρνω τηλέφωνο τη μάνα μου και ήταν σε μια κατάσταση απόγνωσης. Μου είπε, παιδάκι μου σε παρακαλώ πες να έρθει κόσμος εδώ, δεν προφταίνουμε.  Ξαφνικά, είδα σταματημένα αυτοκίνητα με αλάρμ, είχε διακοπεί η κυκλοφορία από ανθρώπους που ηρθαν να αφήσουν πράγματα. Λέω στο Νίκο, Νίκο τρέχα βγάλε μια ανακοίνωση στο facebook και πήγα προς το σπίτι μου. Άρχισαν ήδη να έρχονται οι φίλοι μου και μείναμε μέχρι τα ξημερώματα για να μπορέσουμε να παραλάβουμε τα πράγματα που έφερνε ο κόσμος συνεχώς, πατεράδες με τα παιδιά τους, μικρά παιδιά να κρατάνε πραγματάκια, γυναίκες, έφηβοι, τα μπαρ της περιοχής, σουπερ μάρκετ και μίνι μάρκετ, όλοι πρόσφεραν. Μαζέψαμε τόσα πολλά πράγματα, που ήταν αρκετά για να μπορούμε δύο-τρεις μήνες να δρούμε μόνοι μας χωρίς να περιμένουμε τη βοήθεια κανενός.

Στο διάστημα αυτό οι άνθρωποι που μένανε;

Στο δάσος και επειδή ήταν παράνομο να βρίσκονται εκεί, παίρναμε τουλάχιστον τις ευπαθείς ομάδες στα σπίτια μας. Οι γονείς μας έγιναν ακτιβιστές χωρίς να ξέρουν τη λέξη. Γιατί είναι απλοί άνθρωποι δεν ξέρουν τι είναι ακτιβισμός ούτε εθελοντισμός, τον νιώθουν εσωτερικά.

Ο ακτιβισμός δεν είναι λέξη είναι πράξη.

Κι εμένα στην αρχή με αποκαλούσαν ακτιβιστή και έλεγα δεν είμαι. Το Δεκέμβριο η μητέρα μου μαζί με άλλες κυρίες και φίλες και φίλους αποφασίσαμε τη γιορτή μου να την κάνουμε εκεί, να πάμε να μαγειρέψουμε για τους ανθρώπους. Συγκινήθηκε τόσο πολύ ο κόσμος που ηρθε, που έγινε ως μια έκρηξη μετά. Οι συντοπίτες μας οι ίδιοι μας ρωτούσανε πλέον αν θέλουμε πράγματα, τι θέλουμε. Πηγαίναμε πλέον καθημερινά, αρχίσαμε να κοινοποιούμε και να κάνουμε εικόνες και βίντεο. Αρχικά, είχα ενδοιασμό αν θα πρέπει να τραβήξω εικόνες και βίντεο, δεν ήξερα πώς να το χειριστώ. Πήγα τότε στην αντιρατσιστική πρωτοβουλία της Θεσσαλονίκης το Γενάρη και τους ζήτησα βοήθεια κάποιος να έρθει επάνω, κάποιος να αρχίσει να έρχεται.

Αυτό ήθελα να ρωτήσω, πότε άρχισε να γίνεται κάτι πιο οργανωμένο;

Μέχρι το Μάιο οι επισκέψεις ήταν λίγες και μεμωνομένες, από πολιτιστικούς συλλόγους και απλούς πολίτες. Μέχρι τότε τα κάναμε όλα μόνοι μας. Πήγαμε να καταρρεύσουμε οικονομικά. Πληρώναμε τα πάντα από μόνοι μας. Σε μένα έπεσε το βαρύ φορτίο της νύχτας και της μέρας, όταν η εμπιστοσύνη των Σύριων έγινε μεγάλη και αρχίσανε πλέον από παντού να μου στέλνουνε μηνύματα. Το βράδυ η κατάσταση στα σύνορα ήταν σκληρή.

Επίσημη βοήθεια άρχισε να έρχεται το Μάιο, όταν πλέον πήρα την απόφαση να τους κάνω να ντραπούν. Αποφάσισα να δείξω την κατάσταση στη Washington Post, στη Le Monde, στο BBC, στο Al Jazeera και στο Channel 4. Δε γινόταν αλλιώς, θα καταρρέαμε λίγο ακόμη. Ήμασταν όλοι με κρυοπαγήματα και δεν είμαστε εθελοντές, δεν είμαστε κάποιος σύλλογος, δε γίναμε και πότε. Παρακαλούσαμε να έρθουνε κάποιες οργάνωσεις ή ΜΚΟ για να αποτραβηχτούμε, δεν αντέχαμε πραγματικά. Σιγά-σιγά, η κοινωνία θα κατέρρεε γιατί ήτανε πολλούς μήνες μόνη της. Η τοπική κοινωνία, όμως, δεν κατέρρευσε. Μας τροφοδοτούσε συνεχώς.

Πώς σε έχει αλλάξει σαν άνθρωπο η εμπειρία αυτή, πώς έχει επηρεάσει την προσωπική και επαγγελματική σου ζωή;

Άς ξεκινήσουμε από το επαγγελματικό. Επί δύο χρόνια, στην επιχείρησή μου μπορεί να πήγαινα μόνο 10 ημέρες το μήνα και κουτσές. Πολλές φορές πήγαινα και αναγκαζόμουν να φύγω μέσα σε δυο ώρες γιατί με χρειαζόντουσαν στην περιοχή. Άφησα τη συναίταιρό μου έγκυο να δουλεύει μόνη της μέχρι τον όγδοο μήνα. Σχεδόν κόντεψα να καταστρέψω την επιχείρησή μου λείποντας δύο χρόνια. Τη δεύτερη ενασχόλησή μου με το ντοκιμαντέρ την άφησα εντελώς, παρόλο που μου δίνει οξυγόνο για να μπορώ να ισορροπώ.

Γιατί; θα μπορούσες να αποτραβηχτείς.

Εάν ένιωθα σοβαρότητα απ’ αυτούς που ήρθανε θα το έκανα. Ακόμη κι όταν ήρθανε μία ή δύο μεγάλες οργανώσεις, στην αρχή ήτανε τρεις φορές την εβδομάδα μέχρι τις τέσσερις η ώρα το απόγευμα. Μα τα προβλήματα των προσφύγων ήταν το βράδυ. Δεν μπορούσαμε να φύγουμε. Με στοίχειωσέ το πρόβλημα. Θυμάμαι την Αθηνά, μια φίλη μου από το Πολύκαστρο, που με έπαιρνε τηλέφωνο τρεις η ώρα το βράδυ και μου έλεγε, Βασίλη τι κάνουμε, κρυώνουν, να τους πάμε ξύλα; Θυμάμαι να κοιμάμαι στο σπίτι μου στη Θεσσαλονίκη μαζί με το συγκάτοικό μου και να χτυπάει το τηλέφωνο από την αστυνομία ή από το κέντρο υγείας και να μου λένε έλα έχει επεισόδιο, έχει χτυπημένους. Η φίλη μου η Εβελίνα Πολιτίδου, αντιδήμαρχος κοινωνικής πρόνοιας Δήμου Αξιούπολης, όταν με βροχή μετέφερε μια οικογένεια, συνελήφθη από την αστυνομία και της κατάσχεσαν το αυτοκίνητο. Εκατό φορές είπα στο μυαλό μου να μην ασχολιόμουν, μετά, όμως, ντράπηκα και θα με πνίγανε οι τύψεις. Εκατό φορές υποσχέθηκα στους φίλους μου που μου έλεγαν σταμάτα, είχα φτάσει 65 κιλά, αλλά δεν μπορούσα να φύγω.

Η προσωπική σου ζωή;

Η προσωπική μου ζωή να σου πω λίγο που άλλαξε. Σταμάτησα να νιώθω ευτυχία. Δεν μπορούσα πια να κάνω χιούμορ με τους φίλους μου και σταμάτησα να βγαίνω. Δεν μπορούσα γιατί πηγαίνοντας έξω βάραινα τα δικά τους τα κεφάλια. Έβγαινα και, επειδή το δικό μου μου το κεφάλι είχε στοιχειώσει, πολλές φορές ένιωθα άβολα όταν γινόταν χιούμορ και γελούσανε. Έτσι αποφάσισα να μην ταλαιπωρώ τους φίλους μου και να τους ζητήσω συγνώμη για κάποιον καιρό, αλλά έπρεπε να απομονωθώ μέσα στους χιλιάδες, γιατί δεν μπορούσα αλλάξω τη ζωή μου. Τώρα λίγο πάω να αναπνεύσω.

Με τους πρόσφυγες που έχεις έρθει σε επαφή τόσα χρόνια που διατηρείτε επικοινωνία;

Νιώθω ότι έχω αποκτήσει αδέρφια, σα να είμαστε μια οικογένεια μαθουσάλων όπου επί γενιές και γενιές απόκτησα αδέρφια που φτάνουν τις εκατοντάδες μπορεί και χιλιάδες.

Ανέλαβες ουσιαστικά ένα ρόλο που σε κατέστησε πρόσωπο κλειδί ανάμεσα στον κόσμο αυτό που ταλαιπωρούταν και όσους άρχισαν να ενδιαφέρονται για το θέμα. Κάποια στιγμή μιλούσες με πολιτικούς, με ευρωβουλευτές, με δημοσιογράφους, ήσουν η φωνή του προβλήματος προς τον έξω κόσμο. Όλο αυτό τι σου έδωσε;

Ευτυχώς, η εκπομπή, το Βalkan Express, με έκανε σοβαρό και, ευτυχώς, ο παραγωγός της εκπομπής μας, ο Θεόδωρος ο Καλέσης, ήταν αυστηρός, ακέραιος και ήπιος άνθρωπος και έμαθα δίπλα του να είμαι σεμνός και ταπεινός. Ίσως γι’ αυτό μου ‘δειξαν εμπιστοσύνη όλοι τους, γιατί μέτρησα τα λόγια μου, γιατί δεν μπήκα εμπρηστικά να κάνω τον επαναστάτη, γιατί δεν πήγα να καπηλευτώ τίποτα από όλο αυτό, γιατί παρέμεινα σιωπηλός. Και όσο έμενα σιωπηλός, όσο κρατούσα τον εαυτό μου προκειμένου απλά να περάσω την πληροφορία την οποία χρειάζονται και όχι να κερδίσω κάτι απ’ αυτό, τύγχανα συνεχώς της εμπιστοσύνης πολλών σε επίπεδο που δεν το φανταζόμουν. Δε φανταζόμουν ότι θα μπορούσα να βρίσκομαι με ανθρώπους των οποίων το πολιτικό βάρος προσδιορίζει και τις τύχες ενός μικρότερου η μεγαλύτερου λαού ή να βρίσκομαι με όλες τις διπλωματικές αποστολές των ξένων κρατών. Νομίζω ότι το κερδίσα με τη σιωπή μου και διότι παρέμεινα σεμνός, χωρίς να μεταφέρω τίποτα από αυτά τα οποία ακούω και νιώθω ίσως, παρά μόνο τη φωνή την οποία οι ίδιοι οι πρόσφυγες μου γνώρισαν μέσα από την ανθρώπινη καταστροφή στην Ειδομένη λίγο πριν το ταξίδι τους από την Τουρκία στη θάλασσα, στα Σκόπια, στη Σερβία, στην Ουγγαρία και μετά στην Ευρώπη. Δεν μπορείς να μη γίνει σεμνός και ταπεινός, όμως, όταν μπροστά σου έχεις ένα τέτοιο δράμα και θα ήτανε εξαιρετικά ντροπιαστικό αν ωφεληθείς με πρόθεση. Απέρριψα όλες τις θέσεις που μου πρόσφεραν, που θα ήταν ζηλευτές από πολλούς, όχι μόνο σε ΜΚΟ και οργανώσεις αλλά και σε ύψιστους διεθνείς θεσμούς, όχι γιατί υπήρξα αγνώμων, αλλά επειδή θα έχανα την ανεξαρτησία μου και ήξερα ότι χρειάζεται η δικιά μου η ανεξαρτησία για να έχω καθαρή φωνή, διαφορετικά θα έπρεπε να υπερασπίζομαι τα συμφέροντα διεθνών οργανισμών. Συμπληρώνω πλέον από το 2014 δυόμιση χρόνια, ούτε μισθό θέλω, όχι ότι δεν το χρειάζομαι, έχω χτυπηθεί οικονομικά, αλλά δε θέλω να χάσω την ανεξαρτησία μου. Ίσως αυτό μου έδωσε και δύναμη για να κάνω πράγματα.

Υπάρχουν πολλές φωνές που αντιδρούν, καθώς θεωρουν ότι μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που πέρασαν από τα μεταναστευτικά ρεύματα δεν έχουν καμία σχέση με το προσφυγικό και είναι επικίνδυνοι. Έχοντας ζήσει την κατάσταση από κοντά τι τους απαντάς;

Δεν πήρα θέση σε αυτό το κομμάτι, γιατί στην Ειδομένη τόσον καιρό, ως άτυπος συντονιστής εκεί, δε με ενοχλούσε κάνεις και δεν μιλάω μόνο για τους πρόσφυγες. Κανείς δεν ήρθε να μου επιτεθεί, κανείς δεν ήρθε να μου ασκήσει φραστική βία είτε από τους ντόπιους είτε από οποιονδήποτε. Επίσης, αυτό που θέλω να πω είναι ότι ασφαλώς και τα χωριά ταλαιπωρήθηκαν πάρα πολύ. Ο φόβος είναι ευλόγος όταν έχεις χιλιάδες ανθρώπους γύρω από το σπίτι σου. Αλλά πέρασε ένα εκατομμύριο κόσμος, εγκληματικότητα σχεδόν μηδέν. Αυτό άφησε στην Ειδομένη το πέρασμα των προσφύγων, εγκληματικότητα σχεδόν μηδέν. Τώρα κάποια πράγματα που ακούστηκαν με μικροκλοπές σε ξύλα, για παράδειγμα, συγχωρέστε με αλλά, αν ένας πατέρας και μια μάνα έχει το παιδί του σε τέτοιες συνθήκες, το ξύλο είναι το τελευταίο που θα σκεφτεί ότι το κλέβει. Είναι ανάγκη. Είναι ο Γιάννης  Αγιάννης που κλέβει για να επιβιώσει, είναι διαφορετικό. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι το προσφυγικό άφησε χρυσόσκονη. Πολλοί άνθρωποι πλούτισαν, άλλοι νόμιμα άλλη όχι νόμιμα. Από τον τόπο μου, παραδείγματος χάρη. Ο τόπος μου υπήρξε ευγνώμων απέναντι στους ανθρώπους, γιατί μέσα από το δράμα τους επιβίωσε και ένας άλλος λαός μέσα από έναν άλλο πόλεμο τον οικονομικό πόλεμο, οι Έλληνες. Έτσι, λοιπόν, δύο χρόνια πολλές επιχειρήσεις, το σύνολο τους ίσως, άμεσα ή έμμεσα επιβίωσαν. Μια κατακερματισμένη αγορά της περιοχής Πολυκάστρου, που λόγω του προβλήματος των Σκοπίων όπου πολλοί πηγαίνουν εκεί και αγοράζουν, στάθηκε γιατί το δράμα αυτών των ανθρώπων, η ανάγκη τους να φάνε, να βρούν κάπου να κοιμηθούνε, να αγοράσουν τα απαραίτητα τους τροφοδότησε. Γι’αυτό, όλα τα μίνι μάρκετ της περιοχής τα φάστ φουντ, τα καφέ, υπήρξαν πολύ ανοιχτά στο να μας δώσουνε πράγματα. Το εκτίμησαν και παρόλο που είναι συντηρητική η κοινωνία της γενέτειράς μου, υπερπήδησε κάθε πολιτική διάφορα και όρθωσε ένα ανάστημα που όμοιό της δεν έχει υπάρξει αυτά τα δυόμιση χρόνια απ’ όπου κι αν πέρασαν οι πρόσφυγες. Οι κάτοικοι του Πολυκάστρου, της Γουμένισσας της Αξιούπολης και πολλών χωριών της περιοχής είναι ευγνώμονες απέναντι στους πρόσφυγες.

Τώρα σκόρπιες φωνές και αντιδράσεις μπορεί να ακουστούν από παντού. Ακόμα και σε μία οικογένεια θα υπάρχει διαφωνία, άρα, λοιπόν, είναι θεμιτές οι διαφωνίες, ο τρόπος διαφωνίας είναι ο αθέμιτος.

Σήμερα πως είναι κατάσταση;

Εθνική μοναξιά. Σε πολλούς ντόπιους η κουβέντα είναι πότε θα ξανάρθουν, άλλοι τους περιμένουν. Υπάρχουν και αυτοί που υπερεκτέθηκαν στα media που έχουνε μια άλλη μοναξιά, γιατί εθίστηκαν στα media.

Ποια ήταν η καλύτερη και χειρότερη στιγμή αυτής της εμπειρίας;

Καλύτερη στιγμή ήταν ότι οι φίλοι μου μείναν φίλοι μου με κάθε δυσκολία, με κάθε ίσως κριτική που μπορεί να τους ασκήθηκε. Οι φίλοι μου έμειναν πιστοί στα ιδεώδη του ανθρωπισμού. Ελάχιστοι κατέρρευσαν. Αυτή είναι η καλύτερη στιγμή της Ειδομένης.

Χειρότερη είναι το ψέμα που έμεινε στην Ειδομένη από πολλούς, απέναντι στη λύση των προσφύγων. Είδα πολύ φριχτές στιγμές τα βράδια, όταν μπαίναν στα Σκόπια. Ήξερα οτι το βράδυ θα έρθουν χτυπημένοι. Εδώ έμαθα να δίνω πρώτες βοήθειες, γιατί ήξερα ότι έχω να αντιμετωπίσω τα βράδια δεκάδες ματωμένους. Γυμνούς τους φέρνανε, τους κλέβαν τα πάντα οι Σκοπιανοί λαθροδιακινητές. Τις πρώτες φορές τρόμαζα, νόμιζα ότι μου την έχει στημένη η μαφία. Όταν έβλεπες να βγαίνουν υποβασταζόμενα σαν ζόμπι τα παιδιά που ‘βλέπεις το πρωί, μέσα στα αίματα και να μην τους ξεχωρίζεις, τρόμαζες. Αν έβαζα τον εαυτό μου τώρα να πάω στο δάσος της Ειδομένης, δε θα πήγαινα. Αλλά ήξερα τότε ότι οι κραυγές βοήθειας που δεχόμουνα στο κινητό μου ήταν αληθινές. Αλλά αυτοί που πλούτισαν από το δράμα των προσφύγων λέγοντάς τους ψέματα, διαχειριζόμενοι και προφασιζόμενοι τους σωτήρες, θεωρώ ότι δεν έχουνε τσίπα και δεν είμαι επικριτικός, προσπαθώ πάντα να πω ότι τα λάθη είναι ολονών μας, αλλά τόσα τα δικά μου. Αλλά πραγματικά στο προσφυγικό δεν υπήρξε τσίπα ούτε αναγνώριση της χρυσόσκονης και της επιβίωσης που φέραν οι πρόσφυγες ούτε και οι διεθνείς οργανώσεις και οι ΜΚΟ οι οποίες διεσώθησαν οικονομικά και καλά κάνανε, προσφέρουν έργο είναι κρίμα να λέμε ότι δεν προσφέρουν, αλλά καθένας μας ίσως θα πρεπε αν έχει τσίπα να πει ένα ευχαριστώ που το δράμα αυτών των ανθρώπων διέσωσε δεκάδες χιλιάδες όχι πρόσφυγες. Τώρα ο Καβάφης είναι τελευταία στο στόμα πολλών με το ποίημα του για τον ερχομό των Βάρβαρων αλλά εδώ η κατακλείδα του είναι να την αφιερώνεις στον καθένα. 

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

Ας μην ψάχνουμε πολλά στο προσφυγικό, λοιπόν. Ας ψάξουμε πρώτα να δούμε τι θέλουμε εμείς να βρούμε. Τα δικά μας σύνορα, τα δικά μας αποθέματα αγάπης, γιατί εδώ κινδυνεύουμε πλέον μέσα στις δικές μας τις οικογένειες να μην αγαπιόμαστε, όχι να αγαπήσουμε τον ξένο.

Πως νιώθεις ότι εσύ μπορείς να συνεχίσεις να προσφέρεις που έχεις ταυτιστεί με το θέμα;

Λέω να παντρέψω την τέχνη με την τεχνολογία, λέω να αφήσουμε τις σκληρές εικόνες το σπλάτερ, θα ‘θελα να πω και σε φίλους, συνεργάτες και συναδέλφους, φτάνει το κυνήγι της φωτογραφίας σε διαγωνισμούς. Η φωτογραφία επιτελεί σκοπό και όχι αυτοσκοπό. Ελάτε να δείξουμε την ομορφιά μέσα στο δράμα του πολέμου. Εμείς αυτό θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μέσα απ’ αυτό το ανθρώπινο δράμα, την ανθρώπινη καταστροφή. Λίγες εικόνες αγριότητας και πολλές εικόνες ομορφιάς.

Μιλάς για το Small Room Project

Είναι το μικρό δωμάτιο με τα 101 παράθυρα. Μια οπτικοακουστική έκθεση που ετοιμάζουμε. Το μικρό δωμάτιο γεννήθηκε από τον Σουλεϊμάν, όταν τον κράτησαν όμηρο σε μία πόλη των Σκοπίων μαζί με άλλα παιδιά, μια συνήθη πρακτική που γινόταν πάρα πολλούς μήνες. Όταν μου έστελνε κρυφά τα φωνητικά με το τι συμβαίνει εκεί πέρα, δεν ήξερα τι να κάνω. Να πάω στη Γιουροπόλ, να πάω στην αστυνομία; Οι διακινητές, αφού τους παίρναν τα λεφτά, δεν τους άφηναν να περάσουν στη Σερβία, ήθελαν κι άλλα λεφτά, τους βασάνιζαν. Παρέλαβα έναν πατέρα με το γιο του μαζί με ένα φίλο μου γιατρό, μας ζήτησε να απομακρυνθούμε από το γιο του, για να μας πει τι του κάνανε για να βρουν τα λεφτά στο σωμα του. Ντροπή! Ντροπή! Έφριξα. Ο Σουλεϊμάν μου μίλησε για το small room και έτσι γεννήθηκε ο τίτλος: το μικρό δωμάτιο με τα 101 παράθυρα, τις 101 ιστορίες των ατόμων με τα οποία βρέθηκα πιο κοντά. Το μικρό δωμάτιο σεμνά και ταπεινά θέλει να δείξει ένα τμήμα της ιστορίας της Ειδομένης και των προσφύγων από τις εμπόλεμες ζώνες πριν τον πόλεμο, μέχρι τώρα στη σημερινή τους διαβίωση στην Ευρώπη.

Θεωρείς ότι έχεις γίνει καλύτερος μετά απ’ όλα αυτά; Σε αποκαλούν ήρωα.

Σκατά έχω γίνει. Διαβάζω για εμένα από μεγάλες εφημερίδες ξένου τύπου. Η Adea Guilot από τη Le Monde γραφεί ότι διέσωσα την αξιοπρέπεια της Ευρώπης. Τη δική μου αξιοπρέπεια διέσωσα, για να μην ντρέπομαι μετά από καιρό ότι δεν έκανα κάτι. Δε σημαίνει ότι δε με κολακεύει όλο αυτό, για όνομα του θεού. Δεν ξέρω τι βλέπουν αυτοί ως ήρωα, αλλά, αν όντως για τον Independent, για το BBC, για την Adea είμαι ήρωας, μπορεί να γίνει ο καθένας. Οποιοσδήποτε! Λίγα ψυχικά αποθέματα να βρει και να καταλάβει ότι αυτό το οποίο πας να κάνεις θα ακολουθηθει, αρκεί να είσαι ανοικτός και στους άλλους. Μόνον η ανάσα σου δεν έχει πρωταρχική αξία. Ολονών οι ανάσες έχουν αξία. Ο δικός μου ο ηρωισμός είναι και μια επιστροφή ανθρωπιάς. Οι παππούδες μου είναι από τον Πόντο πρόσφυγες. Η προγιαγιά μου όταν ήρθε, περπάτησαν επί 15 μέρες με τον παππού μου και ήταν έξι χρονών. Τους κακομεταχειρίστηκαν σ’αυτό το αλλόκοτο εθνικιστικό παραλήρημα των Τούρκων με οδηγό την Ευρώπη τους σημερινούς μας συμμάχους, όταν τότε η Συρία τους άνοιξε τα σύνορά της.

Βασίλη σε ευχαριστούμε για όλα.

Όλες οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο του Βασίλη Τσαρτσάνη.